Tabs: Blog | About Me |

Τετάρτη, Μαρτίου 12

Ο Μάνος Ελευθερίου, η Τζόντι Φόστερ & το Ηράκλειο


"Δέν είναι κόσμος εδώ και μήτε τόπος για να ζήσουμε.
Χρυσάφι ντροπής στοιβάζουν οι άνθρωποι.
Ευεργετούν τον πλούτο και ελεούν το ασήμαντο."
Μάνος Ελευθερίου


Τον ακούω στο δεύτερο πρόγραμμα. Προικισμένοι άνθρωποι όσοι ευλογήθηκαν με φωνή ταξιδεύτρα. Ο Μάνος Ελευθερίου μιλάει και σ' οδηγεί στους τόπους και στις αναμνήσεις του. Θυμάται τα μικράτα του στην Ερμούπολη της Σύρου.
"Λέου, λέου, λέου, λέου, τενεκές του πετρελαίου" ο στίχος από το ρεμπέτικο του 19ου αιώνα συντροφεύει τις θύμησες των εποχών, που η λάμπα του πετρελαίου φώτιζε τις νύχτες του. 
Συνειρμός ψύχραιμος, που ανθίσταται στην υστερία των ημερών με τις διακοπές του ρεύματος.
Ξεδιπλώνει με γλαφυρές αφηγήσεις τις εικόνες μίας εποχής που κατεδαφίσαμε για να φτιάξουμε 
την σύγχρονη Ελλάδα. Στιγμές ανθρώπων που σκύβουν στη λάμπα και δυναμώνουν το φυτίλι για να ανάψουν τσιγάρο.  
Κι ο Μάνος Ελευθερίου γίνεται πιο γαλαντόμος και πιο γενναιόδωρος, καθώς οι συνεργάτες του 
τον καθηλώνουν επί τρίωρο στο στούντιο για να του κάνουν "ραδιοφωνικώς" τα γενέθλιά του.  
Kα κάθε του κουβέντα σου θυμίζει πόσο όμορφα παλιώνει το σπάνιο κρασί και 
γίνεται όλο και πολυτιμότερο. 

Get this widget | Track details | eSnips Social DNA


Oι στίχοι του κι οι φίλοι του ανοίγουν διάπλατα τις πόρτες ενός κόσμου που τακτοποιεί τα συμβαίνοντα στα δελτία των ειδήσεων εκεί που τους αρμόζει. Υποθέτω δηλαδή, πουθενά. Σε αντίθεση με τον μοναχικό ήρωα του τελευταίου του βιβλίου (Η μελαγχολία της πατρίδας μετά τις ειδήσεις των 8) που επιμένει να καθηλώνεται στο χαζοκούτι του ακόμη κι όταν σκέψεις κι εικόνες τον κατακλύζουν. Το απόσπασμα χαρακτηριστικό: «(...) Tότε είδα κι εγώ το τίποτα. Εκεί που έβλεπε και η ίδια ή που εγώ νόμιζα ότι έβλεπε όλα εκείνα τα χρόνια που δεν τη γνώριζα. Και είδα ξαφνικά μέσα στα μάτια της αυτά τα πάμφωτα αρχαία ερείπια της ρημαγμένης ζωής πολλών ανθρώπων. Συναντήσεις πολλές και αποχαιρετισμούς. Τρένα και πλοία και λεωφορεία σαράβαλα και σκισμένες βαλίτσες δεμένες με σκοινιά. Την είδα που είχε κάπως απογειωθεί, δεν πατούσε στο χώμα, πατούσε σ' ένα μικρό γαλάζιο συννεφάκι, κάτω από τα παπούτσια της κυκλοφορούσαν με άνεση όλες οι γάτες της οικουμένης διαρκώς νιαουρίζοντας και πεινασμένες. Τι ρόλος ήταν αυτός που έπαιζε; Τίνος συγγραφέα; Τη χαιρέτησα ευγενικά και έφυγα. Η περιέργειά μου με είχε εκδικηθεί. Η σπάνια προαίσθησή μου ν' αποφεύγω τους κινδύνους είχε πάει περίπατο. Χωρίς να το σκεφτώ, είχα βγάλει ο ίδιος τα μάτια μου. Σύρθηκα μέχρι τη δουλειά μου εξαντλημένος και λυπημένος. Κι όταν αργότερα έφτασα στο σπίτι μου, δεν είχα όρεξη για τίποτα. Άνοιξα μόνο την μπαλκονόπορτα για να ‘ρχεται πιο εύκολα μες στο δωμάτιο η μελαγχολία της Αθήνας κι όλης της πατρίδας και κάθισα μπροστά στην τηλεόραση για ν' ακούσω τις ειδήσεις (...)».

Get this widget | Track details | eSnips Social DNA


Η "ασκεψία" δεν είναι καν δόκιμος όρος. Είναι όμως σίγουρα υπάρχουσα κατάσταση. Είναι αυτό ακριβώς που κάνουμε βουλιάζοντας στον καναπέ για να χαλαρώσουμε -υποτίθεται- με τις εμμονές των .. καλών ανθρώπων που φτιάχνουν τα τηλεσκουπίδια μας. Την διακρίνεις πλέον εύκολα παντού, σαν να είναι μεταδοτική νόσος. Στους ελληναράδες που καμαρώνουν τους μασκέ Μακεδόνες των συλλαλητηρίων του Άδωνη, στους κυβερνοψηφοφόρους που πασχίζουν να αναμασήσουν τις πολιτικολογίες των αρχηγών τους για τα σκάνδαλα και τη διαφθορά, στις συντροφιές που συζητούν το σουξεδάκι της Καλομοίρας, ακόμη και στους "επιχειρούντες" που μηνύουν (για πρώτη φορά) συνδικαλιστές της ΔΕΗ, ενώ χρόνια στωϊκά αποδέχονται ότι οι διοίκησεις του μονοπωλιακού αγαθού δεν αποζημιώνουν ντεφάκτο.



Παρατηρώ στην οθόνη την Τζόντι Φόστερ στο "Εκτός εαυτού". Επαναλαμβάνει μία φράση μαγική: "περπατώ τις νύχτες στην πόλη και ψάχνω τις γνώριμες γωνιές της". Θα μπορούσε να το 'χε πει με την δική του φωνή ο Μάνος Ελευθερίου νωρίτερα. Ή θα μπορούσε να ήχεί σαν φράση στο μυαλό της Κλειώς, όταν ζωγράφιζε τον πίνακα του Ηρακλείου, που κότσαρε η αφεντιά μου σήμερα στην κορυφή του πόστ. Μία σπειροειδής κίνηση που καμώνεται πως ανιχνεύει τα πέριξ, αλλά κατ' ουσίαν γυρνά σαν μαχαίρι στα εσώτερα. Στην πόλη μου (μοιάζει με μικρομέγαλο κορίτσι που φοράει τα τακούνια της μητέρας της, καθώς δεν είναι το χάος της Αθήνας αλλά έχασε πια και την επαρχιακή της παιδικότητα) στήθηκε μία έκθεση με θέμα "Εν Ηρακλείω τη ...".
30 ντόπιοι δημιουργοί εστίασαν το βλέμμα τους σε τόπους, ανθρώπους και μνημεία, ενώνοντας βιώματα, αισθητικές αντιλήψεις, τεχνικές και προβληματισμούς για να συνθέσουν μία κοινή έκθεση έργων που βρήκε στέγη στον φιλόξενο χώρο της Βασιλικής του Αγίου Μάρκου.
Στο έντυπο που εκδόθηκε, για να διαδώσει την προσπάθεια, υπάρχει ένας καλοδιαλεγμένος στίχος –χαρακτηριστικός της επίγευσης που αφήνει στον θεατή η επίσκεψη στον χώρο:
Μ’ αυτό το άλλο «συμπέρασμα» σχηματισμένο μέσα μου,
δεν χρειάστηκε, όταν νύχτωσε, ν’ ανάψω το φως…

Θα μπορούσε σκέφτομαι, να το 'χει γράψει ο Μάνος Ελευθερίου ή να το 'χει "ερμηνεύσει" η Τζόντι Φόστερ. Ωστόσο, δεν είναι παρά ο τρόπος που συναντιούνται οι εμπνεύσεις των ... ακόμη σκεπτόμενων.


Ετικέτες

buzz it!


Permalink για το "Ο Μάνος Ελευθερίου, η Τζόντι Φόστερ & το Ηράκλειο"

3 Comments:

Blogger Αρκαλοχωρίτισσα said...

Όαση το blog σας πατριώτισσα(;) !

8:23 μ.μ.  
Blogger oistros said...

Καλοσύνη σας :) αν και μάλλον παρκάκι το θεωρώ.
Είδα τις ανησυχίες σας περί της ονοματοδοσίας και για πρώτη φορά αναρωτήθηκα αν ... σοβαρομιλούν.

10:03 μ.μ.  
Anonymous Ανώνυμος said...

Αμοιβαίο καλή μου. Γιαυτό και επιμένω να περνάω κάθε τόσο. :^)

Φιλιά!

4:34 μ.μ.  

Δημοσίευση σχολίου

<< Home