Ποιός θυμάται πια τον Μαρίνο Αντύπα;
Στον τόπο μου το "αγροτικό ζήτημα" παραμένει πάντα επίκαιρο. Άλλοτε γιατί καίμε τις Νομαρχίες, άλλοτε γιατί πανωγράφουμε τα λάδια κι άλλοτε γιατί πιάνουμε τα κουμπούρια για κτηματικές διαφορές.
Την τελευταία δεκαετία υποτονικότερα ίσως. Σαν κουρασμένοι πια οι αγρότες, παράτησαν τα συλλαλητήρια και ψάχνουν τρόπους επιβίωσης. Κάποτε με επιδοτήσεις που πασχίζουν να φουσκώσουν λιγουλάκι, κάποτε με "νεωτερισμούς" τρέχοντας σε προγράμματα επιμόρφωσης και κάποτε με πάρεργα που συμπληρώνουν το εισόδημα.
Δύσκολο να μιλήσεις στους ανθρώπους των αστικών κέντρων για την ζωή των αγροτών. Σκαμμένα πρόσωπα, μαυρισμένα από τον ήλιο και χέρια που αφήνουν μία αψάδα στις χαιρετούρες. Στις συνελεύσεις των συνεταιρισμών κάποτε με ξάφνιαζε το πλήθος από τις τραχιές φιγούρες τους με τα μαύρα πουκάμισα και τις πελώριες μουστάκες. Τώρα, όλο και λιγότεροι. Πιο εύκολα τους συναντάς στις λαϊκές αγορές πίσω από το ταμπελάκι "παραγωγός αγροτικών προϊόντων". Μ' ένα μόνιμα ματαιωμένο χαμόγελο, που υπολογίζει σε καθε αλισβερίσι τι ποσοστό ανήκει στην "Αγροτικήν Τράπεζα". Κι εκεί τους συναντάς συχνότερα. Διόλου τυχαίο ίσως ότι το επιβλητικότερο εν Ηρακλείω τραπεζικό κτήριο ανήκει στην ΑΤΕ.
Οι ίδιες φάτσες 30 χρόνια πριν ευτύχησαν να πιστέψουν το όνειρο του "αγροτοτουρισμού". Μόνο που οι τουρίστες τότε είχαν σακίδια κι ήταν πιο πεινασμένοι κι απ' τους ίδιους.
Μετά αγάπησαν -μέσα από πολιτικές κουβέντες- την εθνοσωτήριο Ευρωπαϊκή Ένωση, που τους αγκάλιασε με κάτι ελκυστικές επιδοτήσεις "για οριστική εγκατάλειψη" ή "για "αναδιάρθρωση των καλλιεργειών". Η Μαλβαζία, το Κοτσυφάλι και το Μαντηλάρι αφανίστηκαν από την οινική παραγωγή και στη θέση τους βάλθηκαν να φυτρώνουν αμερικάνικα κλήματα. Καρυδιές και χαρουπιές ξεπαστρεύτηκαν και ρίχτηκαν όλοι με τα μούτρα στις μπανάνες και τα θερμοκήπια.
Την "χρυσή εποχή" των ΜΟΠ γέμισε ο τόπος με 4Χ4 και τα σκυλάδικα με μαυροπουκαμισάδες που βροντούσε η τσέπη τους. Κι όταν τα πράγματα δυσκόλεψαν ήρθε η αναδοχή στις καλλιέργειες: πρόωρη αγροτική σύνταξη στον πατέρα και "νέος επιδοτούμενος αγρότης" ο γιός. Οι μισοί υποψιασμένοι τρέξαν να γραφτούν στα επιμορφωτικά προγράμματα και συνάμα κάνανε και καμιά αίτηση στο δημόσιο μπας και βρούνε δουλειά με σίγουρο μισθό. Οι υπόλοιποι μασούλαγαν πάλι τις επιδοτήσεις στα νυχτομάγαζα. Μέχρι που ο "πρόωρα συνταξιοδοτημένος" πατέρας έβλεπε το βιός του αμανάτι στην Τράπεζα. Κι όταν οι κρουνοί των επιδοτήσεων άρχισαν να στροφάρουν ανάποδα ξεκίνησαν οι μεγάλες κινητοποιήσεις.
Θυμάμαι για ώρες τις πομπές των αυτοκινήτων με τις μαύρες σημαίες να μπαίνουν από κάθε γωνιά της πόλης και να κατευθύνονται στο κέντρο. Μπλόκα παντού. Κι η μυρωδιά από τα καμμένα λάστιχα να γίνεται ένα με την ατμόσφαιρα. Σε μία τέτοια κινητοποίηση ξαφνιάστηκα βλέποντας μία ομάδα αγροτών να κουβαλάει φωτογραφίες του Μαρίνου Αντύπα. Τα ραδιόφωνα να ακούγονται στη διαπασών από τα φορτηγάκια και ο Κηλαϊδόνης να τραγουδά με την θεατράλε φωνή του:
Κολίγα γιος του πάππου μου ο παππούς
κολίγα γιος του πάππου μου ο πατέρας
κι ο παππούς μου κολίγας κι αυτός.
Και μονάχα εγώ του πατέρα μου γιος
έναν κλήρο είχα, λίγα στρέμματα βιος.
Ή "Τα Αγροτικά" του Μπακαλάκου με εκείνο το "όχι δεν πουλάμε". Οι τόνοι να ανεβαίνουν. Η σταφίδα να σωριάζεται στην πλατεία της Νομαρχίας, τα τσαμπιά της μπανάνας να εκτοξεύονται, τα δακρυγόνα να πέφτουν βροχή. Ο "κύρρριος Νομάρχης" του Παπακωσταντίνου να διαπραγματεύεται με τον Υπουργό Γεωργίας σε κατάσταση ομηρίας. Κι ο Μαρίνος Αντύπας να "εποπτεύει" το συλλαλητήριο σκαρφαλωμένος πάνω στα λάβαρα.
Σήμερα το πρωί (διόλου τυχαία από πλευράς ημερολογίου) μία φίλη μου δασκάλα σκέφτηκε να ζητήσει από τα παιδιά (δημοτικό) να γράψουν τι ξέρουν για τον Μαρίνο Αντύπα. Νωρίτερα αφιέρωσε δύο ώρες να τους μιλάει για τους κολίγες και τους τσιφλικάδες, το "αγροτικό ζήτημα" και το Κιλελέρ.
Άτιμη τοποθεσία το Κιλελέρ. Ένας από τους μαθητές της το συγκράτησε μάλλον ως "κίλερ". Της έγραψε λοιπόν ανάμεσα σε άλλα γλυκόπικρα ότι "ο Μαρίνος Αντύπας ήταν ένας "σήριαλ κίλερ" που σκότωσε τους Τούρκους (;;) και μετά μοίρασε τη γη σε όσους δεν είχαν τσιφλίκια κι έτσι έγιναν όλοι οι παππούδες μας ... τσιφλικάδες".
Υπό κανονικές συνθήκες σκας ένα χαμόγελο σε κάτι τέτοια και λες "δε βαριέσαι". Ή λες "όχι ρε γαμώτο" και τα παίρνεις στο κρανίο, με την διορατικότητα του στίχου.
Και μονάχα εγώ του πατέρα μου γιος
είμαι πια ένας αστός
είμαι πια καθεστώς.
* Ευτυχώς στη Λάρισα τουλάχιστον, θυμήθηκαν ότι σήμερα -εκτός από την πανηγυριώτικη "γιορτή" της γυναίκας- είναι και η επέτειος της δολοφονίας του Μαρίνου Αντύπα.
Ετικέτες Αντιρρήσεις
Permalink για το "Ποιός θυμάται πια τον Μαρίνο Αντύπα;"
7 Comments:
δεν ηξερα για την μερα.αλλα τον Μαρινο τον θυμαμαι.
Υπουργέ μου
κάτι λίγοι μείναμε :)
Άντε κι οι συνδικαλιστάδες της εθνικής οδού που θα το ταιριάξουν με το live στις 8.00.
Ξέρεις 'νιψ, εδώ πού'μαι, οι μνήμες δε σβήνουν. Και, είτε 'κει είτε 'δω, ό,τι γίνηκε, καλώς καμωμένο, το τιμάμε! Εμείς! Εχουμε ιστορία εμείς! Και την θυμόμαστε ανελλιπώς, εμείς!
Θειούλη
έχετε μνήμη εσείς ε?
Θεϊκή, παρατηρώ όλο παράπονο. Ξεχνάτε αλλά δεν λησμονάτε. Ας είναι κι έτσι.
Άντε πάω να σφάξω τον μόσχο τον σιτευτό κι ας είναι και σαρακοστή :)
Υ.Γ. Και ποιός είναι πάλι αυτός ο Μπαϊρού; Πάνω που συνηθίσαμε τους Σεγκολέν και Σαρκοζί .. στρίβετε αλά .. γαλλικά?
Mμμμ, κρυάδες!
Αν η διάθεση της στιγμής σας το επιτρέψει, θα χαιρόμουν ιδιαίτερα να γράφατε ένα κείμενο με όσο οίστρο επιτρέπουν οι υπαγορευθείσες λέξεις που θα βρείτε στο giagiaduck.wordpress.com.
Ευχαριστώ!
Τέτοια θαρραλέα γιαγιά πως να την απογοητεύσω :))
Καλώς ορίσατε και ... παραγγελιά ελήφθη.
Δημοσίευση σχολίου
<< Home