Έρνεστ Χεμινγουέι: Μία συνέντευξη ...
Έρνεστ Χεμινγουέι. Νομπελίστας αμερικανός συγγραφέας. Δημοσιογράφος με Pulitzer. Πολυταξιδεμένος. Από Αβάνα και Παρίσι μέχρι Κωνσταντινούπολη και Μακεδονία. Ζωή όλο απρόοπτα. Από την απώλεια μίας ολόκληρης βαλίτσας με όλο το λογοτεχνικό του έργο το 1922 μέχρι την αυτοκτονία του το 1961. Και οι γυναίκες του ξεχωριστό πληθωρικό κεφάλαιο.
Καλύπτοντας τον ελληνοτουρκικό πόλεμο ως ανταποκριτής λένε πως μία ελληνίδα έκλεψε την καρδιά του. Η αινιγματική Τερέζα Δαμαλά: μία ντίβα της εποχής που υπήρξε και μοντέλο του Πικάσο. Το 1928 ο Χεμινγουέι ταξίδεψε για πρώτη φορά στην Κούβα, ενώ ακολούθησε ένα δεύτερο ταξίδι εκεί το 1932. Είχε ήδη παντρευτεί και χωρίσει με την Χάντλι Ρίτσαρντσον και από το 1927 ήταν παντρεμένος με την Πολίν Φάιφερ. Κατά τη διάρκεια του γάμου του σύναψε σχέσεις με την Τζέιν Μέισον, σύζυγο φίλου του που φιλοξενούσε στην Κούβα. Το 1939 ξαναπαντρεύτηκε, με τη Μάρθα Γκέλχορν αυτή τη φορά, με την οποία αγόρασε τη βίλα Φίνκα Βίχια, που λειτουργεί σήμερα ως Μουσείο Χέμινγουεϊ. Ακολούθησε όμως και άλλος ένας γάμος, με τη Μέρι Γουέλς, το 1946.
Όλα πληθωρικά. Αλλά κυρίως ο αφηγηματικός λόγος του. Το βραβείο Νόμπελ το πήρε το 1954 για "τον δυναμισμό και τον απόλυτο έλεγχο του ύφους του και για την επίδρασή του στην τέχνη της μοντέρνας αφήγησης."
Σ' εκείνη την περίοδο τοποθετείται χρονικά και η συνέντευξη που έδωσε στον Τζώρτζ Πλίμτον. Ακολουθεί απόσπασμά της
GEORGE PLIMPTON [ΤΖΩΡΤΖ ΠΛΙΜΤΟΝ]: Είναι ευχάριστες οι ώρες που αφιερώνετε στο γράψιμο;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Πολύ.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Θα μπορούσατε να μου πείτε κάτι γι' αυτή τη διαδικασία; Πότε γράφετε; Τηρείτε ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Όταν δουλεύω ένα βιβλίο ή ένα διήγημα, γράφω κάθε πρωί πολύ νωρίς, αν είναι δυνατόν αμέσως μετά το χάραμα. Δεν σ' ενοχλεί κανείς τέτοια ώρα, έχει δροσιά, ή και κρύο, και ζεσταίνεσαι όσο προχωρείς στο γράψιμο. Διαβάζεις ό,τι έχεις γράψει και, εφόσον πάντα σταματάς όταν ξέρεις τι θα γίνει παρακάτω, συνεχίζεις από κείνο το σημείο πια. Γράφεις ώσπου να φτάσεις πάλι σ' ένα σημείο όπου είσαι ακόμη ακμαίος, διατηρείς το ζουμί σου, και ξέρεις τι θα γίνει παρακάτω και σταματάς και προσπαθείς να ζήσεις ίσαμε την επόμενη μέρα όταν στρώνεσαι πάλι στη δουλειά. Έχεις αρχίσεις στις έξι το πρωί, ας πούμε, και μπορείς να συνεχίσεις ως το μεσημέρι ή και να σταματήσεις πιο πριν. Όταν σταματάς, είσαι άδειος, αλλά ποτέ εντελώς άδειος και συνάμα ικανοποιημένος, όπως όταν έχεις κάνει έρωτα με κάποιαν που αγαπάς. Τίποτα δεν μπορεί να σε βλάψει, τίποτα δεν μπορεί να συμβεί, τίποτα δεν έχει σημασία μέχρι την επόμενη μέρα που ξαναπιάνεις δουλειά. Αυτή η αναμονή μέχρι την επόμενη μέρα είναι το δύσκολο.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Μπορείτε να βγάλετε από το μυαλό σας το βιβλίο που δουλεύετε όταν πια απομακρύνεστε από τη γραφομηχανή;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Φυσικά. Αλλά χρειάζεται πειθαρχία γι' αυτό, και την αποκτάς αυτή την πειθαρχία. Πρέπει να την αποκτήσεις.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Επιμελείστε το κείμενό σας όταν το ξαναδιαβάζετε έως το σημείο που το αφήσατε την προηγούμενη μέρα;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Πάντα το κάνω αυτό, το ξαναγράφω το κείμενο. Όταν τελειώνει, φυσικά ξανακοιτάω πάλι όλο το βιβλίο. Έχεις ακόμη μία ευκαιρία να ξαναγράψεις και να διορθώσεις ορισμένα σημεία όταν κάποιος άλλος έχει κάνει τη δακτυλογράφηση και το βλέπεις καθαρό στο χαρτί.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Γράφετε πολλές φορές το ίδιο κομμάτι;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Εξαρτάται. Έγραψα το τέλος του Αποχαιρετισμού στα Όπλα, την τελευταία σελίδα, τριάντα εννέα φορές πριν με ικανοποιήσει απολύτως.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Υπήρχε κάποιο τεχνικό πρόβλημα; Τι σας απασχολούσε;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Το να βρω τις σωστές λέξεις.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Η εκ νέου ανάγνωση βγάζει το "ζουμί" στην επιφάνεια;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Η εκ νέου ανάγνωση σε φέρνει στο σημείο όπου πρέπει να συνεχίσεις, ξέροντας πια ότι είναι τόσο καλό όσο το μπόρεσες. Πάντα υπάρχει ζουμί κάπου.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Υπάρχουν ωστόσο στιγμές που απουσιάζει εντελώς η έμπνευση;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Φυσικά. Αλλά αν έχεις σταματήσει στο σημείο όπου ξέρεις πολύ καλά τι θα συμβεί παρακάτω, μπορείς να συνεχίσεις. Όταν μπορείς να ξαναρχίσεις, τότε όλα είναι εντάξει. Το ζουμί θα έρθει.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Ο Θόρντον Γουάιλντερ μιλάει για μνημοτεχνική, η οποία βοηθάει τον συγγραφέα να συνεχίσει τη δουλειά της ημέρας. Λέει ότι κάποτε του είπατε πως είχατε ξύσει είκοσι μολύβια.
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Δεν νομίζω ότι είχα ποτέ είκοσι μολύβια ταυτοχρόνως. Το να λιώσεις εφτά μολύβια νούμερο δύο σε μια μέρα είναι πολύ ικανοποιητική δουλειά.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Εργαστήκατε καλύτερα σε κάποια από τα μέρη όπου γράφατε; Το Ξενοδοχείο Άμπος Μούντος θα πρέπει να ήταν ένα τέτοιο μέρος, αν κρίνω από τα βιβλία που γράψατε εκεί. Ή δεν σας επηρεάζει και πολύ το περιβάλλον;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Το Ξενοδοχείο Άμπος Μούντος στην Αβάνα είναι ένα πολύ καλό μέρος για γράψιμο. Και αυτή εδώ η Φίνκα είναι θαυμάσιο μέρος, ή ήταν. Αλλά έχω δουλέψει καλά παντού. Εννοώ ότι μπόρεσα να γράψω όσο πιο καλά μπορούσα κάτω από πολλές και διαφορετικές συνθήκες. Τη δουλειά την εμποδίζουν το τηλέφωνο και οι επισκέπτες.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Είναι απαραίτητη η συναισθηματική σταθερότητα για να γράψει κανείς καλά; Μου είπατε κάποτε ότι μπορείτε να γράψετε καλά μονάχα αν είστε ερωτευμένος. Θα θέλατε να πείτε κάτι περισσότερο γι' αυτό;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Τι ερώτηση. Αλλά μπράβο για την προσπάθεια Μπορείς να γράψεις οποτεδήποτε αρκεί να σε έχουν αφήσει μόνο σου και να μη σε διακόπτουν. Ή μάλλον αν είσαι αρκετά σκληρός, και άσπλαχνος ακόμη, απέναντι στις οχλήσεις. Πάντως, γράφεις καλύτερα όταν είσαι ερωτευμένος. Κι αν δεν σε πειράζει, δεν θα ήθελα να επεκταθώ άλλο σ' αυτό.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Και η οικονομική ασφάλεια; Μπορεί να είναι επιζήμια στο καλό γράψιμο;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Αν έρθει το χρήμα πολύ νωρίς και αγαπάς την καλή ζωή όσο και τη δουλειά σου θα χρειαστεί μεγάλη δύναμη χαρακτήρα για να αντισταθείς. Απ' τη στιγμή που το γράψιμο γίνει το μεγαλύτερο πάθος και η μεγαλύτερη ηδονή σου, μονάχα ο θάνατος μπορεί να το σταματήσει. Και τότε, η οικονομική ασφάλεια αποτελεί μεγάλη βοήθεια γιατί σε απαλλάσσει απ' την ανησυχία. Η ανησυχία καταστρέφει την ικανότητα για γράψιμο. Η κακή υγεία επίσης βλάπτει καθόσον προκαλεί ανησυχία που επιτίθεται στο υποσυνείδητό σου και καταστρέφει τ' αποθέματά σου.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Μπορείτε να θυμηθείτε τη συγκεκριμένη στιγμή που αποφασίσετε να γίνετε συγγραφέας;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Όχι, ανέκαθεν ήθελα να γίνω συγγραφέας.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Ο Philip Young στο βιβλίο που έγραψε για σας εικάζει ότι το τραυματικό σοκ όταν λαβωθήκατε από όλμο το 1918 σας επηρέασε πολύ ως συγγραφέα. Θυμάμαι ότι στη Μαδρίτη σχολιάσατε τη θέση του και είπατε ότι δεν συμφωνείτε, τονίζοντας ότι κατά τη γνώμη σας η σκευή του συγγραφέα δεν είναι επίκτητο χαρακτηριστικό, αλλά κληρονομημένο, με την έννοια του Μέντελ.
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Προφανώς εκείνη τη χρονιά στη Μαδρίτη δεν ήταν σε θέση ο εγκέφαλός μου να κάνει βαθιές σκέψεις. Το μόνο πράγμα που θυμάμαι είναι ότι μίλησα παρεμπιπτόντως και με μεγάλη συντομία για το βιβλίο του κυρίου Γιανγκ και για την θεωρία του περί λογοτεχνίας και ψυχικού τραύματος. Ίσως δύο διασείσεις και ένα κρανιακό κάταγμα εκείνη το χρονιά να με είχαν κάνει κάπως ανεύθυνο στις δηλώσεις μου. Θυμάμαι πάντως ότι σου είπα πως πίστευα ότι η φαντασία θα μπορούσε να είναι αποτέλεσμα κληρονομημένης φυλετικής εμπειρίας. Ακούγεται καλό σαν κουβέντα ύστερα από μια γερή διάσειση, κι αυτό είναι όλο. Έτσι λοιπόν, μέχρι το επόμενο απελευθερωτικό τραύμα, ας το αφήσουμε έτσι. Συμφωνείς; Σ' ευχαριστώ, παρεμπιπτόντως, που δεν ανέφερες ονόματα που ίσως είχα εμπλέξει στη συζήτηση. Το διασκεδαστικό στον προφορικό λόγο είναι ότι εξερευνάς δυνατότητες και ενδεχόμενα, αλλά πολύ από δαύτον και ό,τι είναι ανεύθυνο δεν θα πρέπει να μεταφέρεται στον γραπτό λόγο. Άπαξ και γραφτεί κάτι, θα πρέπει να το υπερασπιστείς. Μπορεί να το έχεις πει για να δεις αν το πιστεύεις πράγματι ή όχι. Όσο για την ερώτηση που έθεσες, οι επιπτώσεις των τραυματισμών ποικίλουν πολύ. Οι απλοί τραυματισμοί που δεν έχουν αποτέλεσμα κάποια σπασμένα κόκαλα, δεν σε επηρεάζουν πολύ. Καμιά φορά τονώνουν την αυτοπεποίθηση. Οι τραυματισμοί που επιφέρουν σημαντική ζημιά στα κόκαλα και στα νεύρα δεν κάνουν καλό στους συγγραφείς, όπως και σε κανέναν άλλο.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Τι θα θεωρούσατε καλύτερη πνευματική εκπαίδευση για έναν επίδοξο συγγραφέα;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Ας πούμε ότι θα έπρεπε να πάει να κρεμαστεί επειδή βρίσκει ότι το να γράψεις καλά είναι τρομερά δύσκολο. Μετά θα έπρεπε να τον τσακίσουν ανελέητα, και ν' αναγκαστεί κατόπιν από τον ίδιο του τον εαυτό να γράψει όσο πιο καλά μπορεί για όλη την υπόλοιπη ζωή του. Αν μη τι άλλο, θα έχουμε την ιστορία του απαγχονισμού γι' αρχή.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Τι πιστεύετε για εκείνους που σταδιοδρομούν στα πανεπιστήμια; Θεωρείτε ότι τόσοι και τόσοι συγγραφείς που καταλαμβάνουν έδρες διδασκαλίας έχουν συμβιβαστεί, έχουν εκθέσει τη λογοτεχνική τους σταδιοδρομία;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Εξαρτάται. Από το πώς εννοούμε το συμβιβάζομαι και το εκτίθεμαι. Με την έννοια μιας γυναίκας που εκτίθεται; Ενός πολιτικού που συμβιβάζεται; Ή εννοούμε τον συμβιβασμό που κάνεις με τον παντοπώλη ή με τον ράφτη σου όταν κανονίζεις να πληρώσεις λίγο παραπάνω αλλά αργότερα; Ο συγγραφέας που και γράφει και διδάσκει θα πρέπει να είναι ικανός και για τα δύο. Πολλοί δυνατοί συγγραφείς έχουν αποδείξει ότι είναι εφικτό κάτι τέτοιο. Εγώ δεν θα μπορούσα να το κάνω, το ξέρω, και θαυμάζω εκείνους που στάθηκαν ικανοί να το κάνουν. Θα έλεγα πάντως ότι η πανεπιστημιακή σταδιοδρομία βάζει ένα τέλος σε μια περίοδο εξωτερικών εμπειριών, κι αυτό μπορεί να περιορίσει τη γνώση που έχεις για τον κόσμο. Η γνώση, ωστόσο, απαιτεί όλο και μεγαλύτερη υπευθυνότητα από έναν συγγραφέα και κάνει όλο και πιο δύσκολο το γράψιμο. Το να προσπαθείς να γράψεις κάτι με αέναη αξία είναι μια δουλειά αδιάλειπτη, παρότι οι ώρες που δαπανώνται στο ίδιο το γράψιμο μπορεί να είναι λίγες. Ο συγγραφέας μπορεί να συγκριθεί μ' ένα πηγάδι. Υπάρχουν πολλών ειδών πηγάδια, υπάρχουν πολλών ειδών συγγραφείς. Το σημαντικό είναι να έχει καλό νερό το πηγάδι, και είναι καλύτερα να αντλείς τακτικά μια συγκεκριμένη ποσότητα παρά να το αδειάσεις όλο το πηγάδι και να περιμένεις να ξαναγεμίσει.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Θα συνιστούσατε σ' έναν νέο συγγραφέα να δουλέψει στις εφημερίδες; Πόσο σας βοήθησε η θητεία στην Kansas City Star;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Στην Star αναγκαζόσουν να μάθεις να γράφεις απλές δηλωτικές προτάσεις. Αυτό είναι χρήσιμο στον καθένα. Η δουλειά στις εφημερίδες δεν θα βλάψει τον νεαρό συγγραφέα και θα μπορούσε να τον βοηθήσει, αρκεί να ξεκόψει εγκαίρως. Παραείναι κοινότοπο αυτό που λέω, αλλά αν κάνεις σε κάποιον τετριμμένες ερωτήσεις θα λάβεις τετριμμένες απαντήσεις.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Γράψατε κάποτε στην Transatlantic Review ότι ο μόνος λόγος για τον οποίο αξίζει να δημοσιογραφείς είναι τα καλά λεφτά. Είπατε: "Κι όταν καταστρέφεις ό,τι είναι για σένα πολύτιμο με το να γράφεις γι' αυτό, θέλεις τουλάχιστον να πληρωθείς γερά". Πιστεύετε ότι το γράψιμο είναι ένα είδος αυτοκαταστροφής;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Δεν θυμάμαι να έχω γράψει κάτι τέτοιο. Ακούγεται ανόητο και βίαιο για να έχω πει τέτοιο πράγμα, και μάλλον θα το είπα προκειμένου να κάτσω να σκεφτώ και να πω κάτι λογικό. Πάντως, δεν πιστεύω ότι το γράψιμο είναι ένα είδος αυτοκαταστροφής, καίτοι η δημοσιογραφία, στο σημείο που έχει φτάσει, μπορεί να είναι μια καθημερινή δόση αυτοκαταστροφής για έναν σοβαρό συγγραφέα.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Πιστεύετε ότι το πνευματικό κέντρισμα απ' την συνάφεια με άλλους συγγραφείς έχει κάποια αξία για έναν συγγραφέα;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Φυσικά.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Στη δεκαετία του είκοσι, στο Παρίσι, είχατε την αίσθηση ότι αποτελείτε "ομάδα" με άλλους συγγραφείς και καλλιτέχνες;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Όχι. Δεν υπήρχε η αίσθηση κάποιας ομάδας. Σεβόμασταν ο ένας τον άλλον. Σεβόμουν πολλούς ζωγράφους, μερικοί ήσαν συνομήλικοί μου, άλλοι ήσαν μεγαλύτεροι - τον Γκρις, τον Πικάσο, τον Μπρακ, τον Μονέ, ζούσε ακόμη - και μερικούς συγγραφείς: τον Τζόυς, τον Έζρα, την καλή Στάιν...
ΠΛΙΜΤΟΝ.: Όταν γράφετε, επηρεάζεστε ποτέ από ό,τι διαβάζετε εκείνο τον καιρό;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Όχι από την εποχή που έγραφε ο Τζόυς τον Οδυσσέα. Δεν ήταν άμεση η επίδρασή του. Αλλά εκείνο τον καιρό, που πολλές λέξεις ήσαν απαγορευμένες για μας και έπρεπε να δώσουμε μάχες για την κάθε λέξη, η επίδραση του έργου του άλλαξε τα πάντα, και κατέστη δυνατόν να παραμερίσουμε κάμποσους περιορισμούς.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Μπορούσατε να μάθετε κάτι σχετικά με το γράψιμο από άλλους συγγραφείς; Μου λέγατε χθες ότι ο Τζόυς, επί παραδείγματι, δεν άντεχε ποτέ να μιλάει για το γράψιμο.
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Όταν κάνεις παρέα με ανθρώπους της συντεχνίας σου, είναι φυσικό να μιλάς για τα βιβλία άλλων συγγραφέων. Όσο πιο καλός είναι ένας συγγραφέας, τόσο λιγότερο μιλάει για όσα έχει γράψει ο ίδιος. Ο Τζόυς ήταν ένας πολύ μεγάλος συγγραφέας κι εξηγούσε τι έκανε μονάχα στους βλαμμένους. Οι συγγραφείς τους οποίους σεβόταν υποτίθεται ότι ήσαν ικανοί να καταλάβουν τι έκανε διαβάζοντάς τον.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Τα τελευταία χρόνια φαίνεται ότι αποφεύγετε την παρέα άλλων συγγραφέων. Γιατί;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Είναι λίγο πιο περίπλοκο αυτό. Όσο προχωρείς στο γράψιμο τόσο πιο μόνος μένεις. Οι πιο πολλοί παλιοί σου φίλοι, οι καλύτεροι κι οι μεγαλύτεροι, πεθαίνουν. Άλλοι πάνε και μένουν μακριά. Απομακρύνονται. Τους βλέπεις αραιά και πού, αλλά γράφεις κι έχεις την ίδια επαφή μαζί τους σαν να βρίσκεστε μαζί στο καφενείο, όπως τον παλιό καλό καιρό. Ανταλλάσσετε επιστολές, χιουμοριστικές, μερικές φορές χαριτωμένα αισχρές και αμέριμνες, κι είναι σαν να είσαστε μαζί και να τα λέτε. Αλλά είσαι όλο και πιο μόνος γιατί έτσι πρέπει να δουλεύεις και γιατί ο χρόνος που σου μένει για δουλειά λιγοστεύει ολοένα, κι αν τον χαραμίσεις νιώθεις ότι διαπράττεις ένα αμάρτημα για το οποίο δεν υπάρχει συγχώρεση.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Ποιους θα αναφέρατε ως λογοτεχνικούς σας προγόνους - εκείνους από τους οποίους μάθατε τα πιο πολλά;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΪ: Έχουμε και λέμε: Μαρκ Τουέιν, Φλωμπέρ, Σταντάλ, Μπαχ, Τουργκένιεφ, Τολστόι, Ντοστογιέφσκι, Τσέχωφ, Άντριου Μάρβελλ, Τζον Ντον, Μωπασάν, ο καλός Κίπλινγκ, Θορώ, Captain Marryat, Σαίξπηρ, Μότσαρτ, Κεβέδο, Δάντης, Βιργίλιος, Τιντορέττο, Ιερώνυμος Μπος, Μπρύγκελ, Patinir, Γκόγια, Τζόττο, Σεζάν, Βαν Γκογκ, Γκωγκέν, Άγιος Ιωάννης του Σταυρού, Γκόνγκορα - θα έπαιρνε μια ολόκληρη μέρα για να τους θυμηθώ όλους. Κι ύστερα θα φαινόταν σαν να επαίρομαι για μιαν ευρυμάθεια που δεν την έχω αντί να προσπαθήσω να θυμηθώ όλους εκείνους που επηρέασαν τη ζωή και το έργο μου. Δεν είναι καμιά παλιά βαρετή ερώτηση. Είναι πολύ καλή αλλά σοβαρή ερώτηση και απαιτεί πολύ συνειδητή εξέταση. Βάζω και ζωγράφους μέσα, γιατί έμαθα από ζωγράφους πώς να γράφω όσο και από συγγραφείς. Θα ρωτήσεις πώς γίνεται αυτό; Θα πάρει άλλη μια ολόκληρη μέρα να το εξηγήσω. Απ' την άλλη, αυτά που μαθαίνεις από συνθέτες και από τη μελέτη της αρμονίας και της αντίστιξης είναι μάλλον προφανή.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Ξαναδιαβάζετε τους συγγραφείς που αναφέρατε πριν; Τον Τουέιν, φέρ' ειπείν.
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Πρέπει να περιμένεις δύο-τρία χρόνια για τον ξαναδιαβάσεις τον Τουέιν. Τον θυμάσαι πολύ καλά. Διαβάζω Σαίξπηρ κάθε χρόνο, πάντα τον Ληρ. Σε τονώνει αν τον διαβάζεις, κάθε φορά σε τονώνει.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Άρα το διάβασμα παραμένει μόνιμη ασχολία και απόλαυση.
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Πάντα διαβάζω βιβλία - όσα κι αν είναι. Εφοδιάζομαι διαρκώς, και δεν ξεμένω ποτέ.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Θα μπορούσαμε να επιστρέψουμε για λίγο στον κατάλογο των ονομάτων και να πούμε δυο λόγια για έναν από τους ζωγράφους - τον Ιερώνυμο Μπος, για παράδειγμα; Η εφιαλτική συμβολική χροιά του έργου του φαίνεται πολύ απομακρυσμένη από τη δική σας οπτική.
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Έχω εφιάλτες, και ξέρω και για τους εφιάλτες άλλων ανθρώπων. Αλλά δεν είναι ανάγκη να γράφεις γι' αυτούς. Οτιδήποτε μπορείς να παραλείψεις από αυτά που ξέρεις εξακολουθεί να υπάρχει στο γράψιμό του και θα φανεί η ποιότητά του. Όταν ένας συγγραφέας παραλείπει κάποια πράγματα που δεν ξέρει, φαίνονται σαν τρύπες στο γράψιμό του.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Αυτό σημαίνει ότι μια εμπεριστατωμένη γνώση του έργου των ανθρώπων στον κατάλογό σας βοηθάει στο να γεμίσει το "πηγάδι" που αναφέρατε πριν; Ή επρόκειτο για συνειδητή βοήθεια στην ανάπτυξη των τεχνικών της γραφής σας;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Αποτελούσαν μέρος της διαδικασίας μάθησης να βλέπω, να ακούω, να αισθάνομαι και να μην αισθάνομαι, και να γράφω. Το πηγάδι βρίσκεται εκεί όπου είναι το "ζουμί" σου. Κανένας δεν ξέρει από τι είναι φτιαγμένο, και λιγότερο απ' όλους εσύ ο ίδιος. Αυτό που ξέρεις είναι αν το έχεις, ή αν πρέπει να περιμένεις να σου έρθει ξανά.
ΠΛΙΜΤΟΝ: Θα δεχόσαστε ότι υπάρχει συμβολισμός στα μυθιστορήματά σας;
ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ: Υποθέτω ότι υπάρχουν σύμβολα, αφού δεν παύουν οι κριτικοί να ανακαλύπτουν τέτοια. Εάν δεν σε πειράζει, αντιπαθώ το να μιλάω γι' αυτά και να μου κάνουν ερωτήσεις για αυτά. Είναι ήδη αρκετά δύσκολο το να γράφεις βιβλία και ιστορίες, δεν είναι ανάγκη να ζητάνε να τα εξηγήσεις κι από πάνω. Επίσης, κλέβεις έτσι τη δουλειά απ' τους ερμηνευτές. Εάν πέντε ή έξι καλοί ερμηνευτές μπορούν και θέλουν να συνεχίσουν έτσι, γιατί να τους αποθαρρύνω εγώ; Διαβάστε ό,τι γράφω για την απόλαυση του πράγματος. Ό,τι άλλο ανακαλύψετε εκεί θα είναι το μέτρο των αναγνωστικών σας εφοδίων.
Ετικέτες Οιστρηλατώντας
Permalink για το "Έρνεστ Χεμινγουέι: Μία συνέντευξη ..."
1 Comments:
Η Τερέζα ήταν η Ουρανία Δούσμανη.
Δημοσίευση σχολίου
<< Home