Η αποχή των εκλογών, ο Φουκώ και ο Τσόμσκι
Πόσο δικαίωμα έχουμε στην μετακίνηση απόψεων?
Μπορείς σήμερα να στέκεσαι εδώ κι αύριο να βρεθείς παρακάτω? Πολλοί το μέμφονται ως
αστάθεια. Προσωπικά, κάπως έτσι εννοώ την έννοια της εξέλιξης. Μόνο που έχει κόστος να
αποδέχεσαι τις λάθος εκτιμήσεις σου. Με κίνδυνο κάποτε να φανείς και ανόητος. Ο λόγος για την περιβόητη αποχή από τις πρόσφατες εκλογές και την σημειολογία της. Σκέφτομαι πως θέλει ανοιχτό ορίζοντα για να δέχεσαι τα συμβαίνοντα και να επαναπροσδιορίζεις σκέψεις.
Πριν τις εκλογές επέμενα -μονότονα ίσως- ότι η συμμετοχή είναι δείγμα ωριμότητας. Κι αυτό γιατί οι δημοτικές εκλογές αφορούν την γειτονιά μας και τον μικρόκοσμό μας. Αφορούν την πόλη που ζούμε κι απλώνουμε την καθημερινότητά μας. Κι όλα αυτά όχι στο πρίσμα του "εγώ" αλλά του "εμείς". Του πως συμβιώνουμε και συναποδεχόμαστε τις επιλογές που μας δόθηκαν. Του πως επικοινωνούμε μεταξύ μας και μοιραζόμαστε τα όσα (λίγα και λειψά ίσως) απαρτίζουν την περιώνυμη ποιότητα της ζωής μας. Όχι στις "παροχές" αλλά στις "αποδοχές" μας.
Στον χώρο που αφήνουμε για συνύπαρξη με τους άλλους.
Κάπως έτσι έφτασαν γραφικά σχεδόν -δουλωμένοι στις επιθυμίες μας, "φύλακες και φυλακισμένοι τα ίδια κάγκελα κοιτούν, αλλά από άλλη γωνία"- να μας τάζουν
όσα αδυνατούν να πραγματοποιήσουν.
Κοροϊδεύοντας ταυτόχρονα και τα δικά τους αδιέξοδα και τα δικά μας. Πόλεις πανέμορφες και πεντακάθαρες ανέτειλαν στα προγράμματά τους, ανθρώπινες, φιλικές και ... ουτοπικές. Γιατί πως να χωρέσεις το "ποθούμενο" στο εφικτό? Δύσκολο ως αδύνατον.
Τους αθωώνω? Όχι. Συλλογικά τους αθωώσαμε πλανεμένοι από το κάλλος του ίδιου ονείρου και υποψιασμένοι πια ότι πρόκειται απλά για .. όνειρο. Και κάπου εκεί υποκύπτει καθείς "στο δικό του παραμύθι" που λέει κι ο στίχος.Το δικό μου ήταν η "συμμετοχή". Επέμενα πως αν το σύστημα της δημοκρατίας μας προσφέρει μία ευκαιρία να εκφέρουμε άποψη δεν σκόπευα να την χαρίσω σε κανέναν. Και καθώς το σύστημα το πολεμάς είτε γυρνώντας του την πλάτη σου, είτε καθήμενος σαν ενοχλητική αλογόμυγα στη δική του πλάτη, προσωπικά (και εξ ονόματος ίσως) προτιμούσα το δεύτερο. Εξακολουθώ να το προτιμώ και σήμερα, μόνο που αρχίζω να δέχομαι πια και την εκ διαμέτρου αντίθετη επιλογή της πλήρους αποστασιοποιήσης.
Ως παιδί της εποχής του "ήμουν κι εγώ εκεί" δυσκολεύομαι ίσως να αντιληφθώ την έννοια του "θα κάτσω σπίτι". Ο ένας στους δύο περίπου σ' αυτές τις εκλογές έκατσε σπίτι. Μπορεί από βαριεστιμάρα, μπορεί από αηδία, μπορεί από κούραση, μπορεί όμως κι από συνειδητή επιλογή.
Προσπαθώ φιλότιμα -όσο ξεμακραίνουμε από το αποτέλεσμα- να τον καταλάβω.
Και ο Φουκώ λέει:
Όχι, δεν έχω την παραμικρή πεποίθηση ότι μπορούμε να θεωρήσουμε την κοινωνία μας δημοκρατική. {Γελάει}.
Αν με τη λέξη «δημοκρατία» εννοούμε την πραγματική άσκηση της εξουσίας από έναν πληθυσμό που δεν είναι ούτε διαιρεμένος ούτε διατεταγμένος ιεραρχικά σε τάξεις, τότε είναι φανερό ότι απέχουμε πολύ από τη δημοκρατία. Είναι ολοφάνερο όμως ότι ζούμε κάτω από ένα καθεστώς δικτατορίας της τάξης, εξουσίας της τάξης, που επιβάλλεται με τη βία, ακόμη κι όταν τα όργανα αυτής της βίας είναι θεσμικά και συνταγματικά, και στο βαθμό αυτόν δεν τίθεται ζήτημα δημοκρατίας για μας. Όταν με ρωτήσατε γιατί ενδιαφέρομαι για την πολιτική, αρνήθηκα να απαντήσω γιατί το θεώρησα προφανές. Ίσως όμως η ερώτησή σας να ήταν: με ποιον τρόπο ενδιαφέρομαι γι’ αυτή; Κι αν μου κάνατε αυτή την ερώτηση, και κατά μια έννοια θα έλεγα ότι την κάνατε, θα σας έλεγα ότι έχω προχωρήσει λιγότερο, ότι δεν πάω τόσο μακριά όσο ο κ. Τσόμσκι. Με άλλα λόγια παραδέχομαι ότι δεν είμαι σε θέση να ορίσω, ούτε να προτείνω για λόγους ακόμη πιο σοβαρούς, ένα ιδανικό κοινωνικό μοντέλο για τη λειτουργία της επιστημονικής ή τεχνολογικής μας κοινωνίας. Από την άλλη μεριά, ένα από τα καθήκοντα που μου φαίνεται περισσότερο από οτιδήποτε άλλο άμεσο και επιτακτικό είναι το εξής: θα πρέπει να δείξουμε και να ξεσκεπάσουμε, ακόμη κι αν είναι κρυμμένες, όλες τις σχέσεις της πολιτικής εξουσίας οι οποίες ελέγχουν στην πραγματικότητα το κοινωνικό σώμα και το καταπιέζουν ή το καταστέλλουν. Μ’ αυτό θέλω να πω το εξής: συνηθίζεται να πιστεύεται, τουλάχιστον στην ευρωπαϊκή κοινωνία, ότι η εξουσία βρίσκεται στα χέρια της κυβέρνησης και ασκείται μέσω ενός αριθμού ιδιαίτερων θεσμών, όπως η διοίκηση, η αστυνομία, ο στρατός και ο κρατικός μηχανισμός. Ξέρουμε ότι όλοι αυτοί οι θεσμοί έγιναν για να επεξεργάζονται και να μεταβιβάζουν έναν ορισμένο αριθμό αποφάσεων, στο όνομα του έθνους ή του κράτους, ώστε να εφαρμόζονται και να τιμωρούν όσους δεν υπακούουν. Πιστεύω όμως ότι η πολιτική εξουσία ασκείται επίσης με τη μεσολάβηση ενός ορισμένου αριθμού θεσμών που μοιάζει να μην έχουν τίποτε κοινό με την πολιτική εξουσία και να ‘ναι ανεξάρτητοι από αυτήν ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι. Αυτό είναι γνωστό σε σχέση με την οικογένεια, γνωρίζουμε επίσης ότι το πανεπιστήμιο και γενικά όλα τα συστήματα διδασκαλίας, τα οποία φαίνονται απλώς να διασπείρουν τη γνώση, έγιναν με σκοπό να διατηρήσουν στην εξουσία μια ορισμένη κοινωνική τάξη και να αποκλείσουν τα όργανα της εξουσίας από μια άλλη κοινωνική τάξη. Θεσμοί γνώσης, πρόνοιας και μέριμνας, όπως η ιατρική, επίσης βοηθούν στη στήριξη της πολιτικής εξουσίας. Σε ορισμένες περιπτώσεις αυτό είναι φανερό, μέχρι και σκανδαλώδες, όσον αφορά την ψυχιατρική.
Νομίζω ότι το αληθινό πολιτικό καθήκον σε μια κοινωνία σαν τη δική μας είναι να ασκήσουμε κριτική στη λειτουργία των θεσμών, που μοιάζουν να είναι ουδέτεροι και ανεξάρτητοι, να τους ασκήσουμε κριτική και να τους προσβάλουμε με τέτοιον τρόπο ώστε η πολιτική βία, η οποία πάντοτε ασκούνταν συγκαλυμμένα μέσω αυτών, να αποκαλυφθεί, για να μπορέσουμε στη συνέχεια να την πολεμήσουμε. Αυτή η κριτική και αυτή η μάχη μου φαίνονται ουσιαστικές για διάφορους λόγους: πρώτον, επειδή η πολιτική εξουσία πηγαίνει πολύ πιο βαθιά απ’ όσο υποψιαζόμαστε. Υπάρχουν κέντρα και αόρατα, ελάχιστα γνωστά σημεία υποστήριξης, η αληθινή της αντίσταση και στερεότητα ίσως να βρίσκονται εκεί που δεν το περιμένουμε. Πιθανώς δεν αρκεί να λέμε ότι πίσω από τις κυβερνήσεις, πίσω από τον κρατικό μηχανισμό, υπάρχει η κυρίαρχη τάξη. Πρέπει να εντοπίσουμε το σημείο δράσης, τις θέσεις και τις μορφές με τις οποίες ασκείται η κυριαρχία της. Και επειδή η κυριαρχία αυτή δεν είναι απλά η έκφραση με πολιτικούς όρους της οικονομικής εκμετάλλευσης, αλλά το όργανό της και, κατ’ επέκταση, η συνθήκη που την καθιστά δυνατή, η κατάργηση της μιας πετυχαίνεται μέσω της πλήρους σύλληψης της άλλης. Αν λοιπόν δεν καταφέρουμε να αναγνωρίσουμε αυτά τα σημεία στήριξης της ταξικής εξουσίας, κινδυνεύουμε να τα αφήσουμε να συνεχίσουν να υπάρχουν, και να δούμε αυτή την ταξική εξουσία να ανασυγκροτείται ακόμα και ύστερα από μια εμφανώς επαναστατική πορεία.
Ο Τσόμσκι εγκρίνει και επαυξάνει:
Θα συμφωνήσω με αυτά, όχι μόνο στη θεωρία αλλά και στην πράξη. Υπάρχουν, δηλαδή, δύο διανοητικά καθήκοντα: το πρώτο, το οποίο πραγματεύτηκα, είναι να προσπαθήσουμε να δημιουργήσουμε το όραμα μιας μελλοντικής δίκαιης κοινωνίας, δηλαδή να δημιουργήσουμε, αν θέλετε, μια ουμανιστική κοινωνική θεωρία η οποία θα βασίζεται, αν είναι δυνατόν, σε κάποια σταθερή και ανθρώπινη έννοια της ανθρώπινης ουσίας ή της ανθρώπινης φύσης. Το ένα καθήκον είναι αυτό. Το άλλο καθήκον είναι να κατανοήσουμε πολύ καλά τη φύση της εξουσίας, της καταπίεσης και της τρομοκρατίας στην κοινωνία μας. Και αυτό σίγουρα περιλαμβάνει τους θεσμούς που μνημονεύσατε, όπως και τους κεντρικούς θεσμούς κάθε βιομηχανικής κοινωνίας, δηλαδή τους οικονομικούς, εμπορικούς και χρηματιστικούς θεσμούς και ιδίως, στην περίοδο που έρχεται, τις μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες, που δεν βρίσκονται και πολύ μακριά μας απόψε {π.χ. η Φίλιπς στο Αϊντχόβεν}.
Αυτοί είναι οι βασικοί θεσμοί καταπίεσης, καταναγκασμού και αυταρχικού κανονισμού, οι οποίοι θέλουν να φαίνονται ουδέτεροι σε πείσμα όλων όσων λένε: λοιπόν, είμαστε υποταγμένοι στη δημοκρατία της αγοράς, και αυτό πρέπει να κατανοηθεί με όρους ακριβώς της αυταρχικής τους εξουσίας, συμπεριλαμβανομένης και της ιδιαίτερης μορφής του αυταρχικού ελέγχου, που προέρχεται από την κυριαρχία των δυνάμεων της αγοράς σε μια κοινωνία ανισότητας. Σίγουρα πρέπει να κατανοήσουμε αυτά τα γεγονότα, κι όχι μόνο να τα κατανοήσουμε αλλά και να τα πολεμήσουμε. Και πραγματικά, η ανάμειξη κάποιου στην πολιτική, στην οποία ξοδεύει το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειας και της προσπάθειάς του, μου φαίνεται ότι πρέπει να τοποθετείται αναμφισβήτητα σ’ αυτή την περιοχή. Δεν θέλω να μιλήσω προσωπικά αλλά η δική μου ανάμειξη τοποθετείται σίγουρα σ’ αυτή την περιοχή, και υποθέτω και των άλλων.
Ακόμη, θα ήταν κρίμα να παραμερίζουμε εντελώς το κάπως πιο αφηρημένο και φιλοσοφικό καθήκον που έγκειται στο να προσπαθήσουμε να αποκαταστήσουμε τις συνδέσεις ανάμεσα σε μια έννοια της ανθρώπινης φύσης που αφήνει ανοικτό πεδίο δράσης στην ελευθερία και στην αξιοπρέπεια και στη δημιουργικότητα και σε άλλα θεμελιώδη ανθρώπινα χαρακτηριστικά, και να τη συνδέσουμε με κάποια γενική ιδέα κοινωνικής δομής όπου θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν αυτές οι ιδιότητες και να υπάρξει μια γεμάτη νόημα ανθρώπινη ζωή. Και πραγματικά, αν σκεφτόμαστε τον κοινωνικό μετασχηματισμό ή την κοινωνική επανάσταση, αν και θα ‘ταν παράλογο φυσικά να προσπαθήσουμε να σκιαγραφήσουμε λεπτομερειακά το στόχο που ελπίζουμε να πετύχουμε, και πάλι θα πρέπει να ξέρουμε κάτι για το πού νομίζουμε ότι βαδίζουμε, και μια τέτοια θεωρία ίσως να μας το πει.
................................................................................................................................................
Θα είμαι περισσότερο προσεκτικός όσον αφορά αυτό το θέμα γιατί, σύμφωνα με μια πολύ ενδιαφέρουσα άποψη του κ. Φουκώ, στην οποία θα ήθελα να επιστρέψω, δεν αφήνουμε αναγκαστικά το κράτος να ορίσει τι είναι νόμιμο. Τώρα, το κράτος έχει την εξουσία να ενισχύει μια ορισμένη αντίληψη του τι είναι νόμιμο, αλλά η εξουσία δεν συνεπάγεται τη δικαιοσύνη ή και την ορθότητα. Έτσι το κράτος μπορεί να ορίζει κάτι ως πολιτική ανυπακοή και να ‘χει άδικο σ’ αυτό. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, το κράτος ορίζει ως πολιτική ανυπακοή το να εκτροχιάσεις, ας πούμε, ένα τρένο με πολεμοφόδια που πάει στο Βιετνάμ, και το κράτος έχει άδικο που ορίζει αυτό ως πολιτική ανυπακοή, γιατί είναι νόμιμο και σωστό και πρέπει να γίνεται. Είναι σωστό να κάνεις ενέργειες που αποτρέπουν τις εγκληματικές πράξεις του κράτους, όπως είναι σωστό να παραβιάσεις τον κώδικα της οδικής κυκλοφορίας για να αποτρέψεις ένα φόνο.
..................................................................................................................................................
Λοιπόν, το διεθνές δίκαιο είναι από πολλές απόψεις το όργανο του ισχυρού: είναι δημιούργημα των κρατών και των αντιπροσώπων τους. Όταν ανέπτυσσαν το υπάρχον σώμα του διεθνούς δικαίου, δεν υπήρχε συμμετοχή των μαζικών κινημάτων των αγροτών.
Η δομή του διεθνούς δικαίου αντανακλά αυτό το γεγονός: δηλαδή, το διεθνές δίκαιο επιτρέπει μια ευρείας κλίμακας δυναμική παρέμβαση με στόχο την υποστήριξη των υπαρχουσών δομών εξουσίας, που ορίζουν τους εαυτούς τους ως κράτη, εναντίον των συμφερόντων των λαϊκών μαζών που οργανώνονται σε αντίθεση προς τα κράτη. Τώρα, αυτό είναι ένα βασικό μειονέκτημα του διεθνούς δικαίου, και νομίζω ότι είναι κανείς δικαιωμένος όταν εναντιώνεται σ’ αυτή την όψη του διεθνούς δικαίου θεωρώντας ότι δεν έχει ισχύ, ότι δεν έχει περισσότερη ισχύ απ’ ότι το θεϊκό δίκαιο των βασιλιάδων. Είναι απλά ένα όργανο για να κρατήσουν οι δυνατοί την εξουσία τους.
ΦΟΥΚΩ: Αλλά, αν η δικαιοσύνη διακυβεύεται σε μια πάλη, τότε είναι ένα όργανο εξουσίας, δεν ελπίζουμε ότι τελικά μια μέρα, σ’ αυτήν ή σε μια άλλη κοινωνία, οι άνθρωποι θα ανταμείβονται ανάλογα με την αξία τους και θα τιμωρούνται ανάλογα με τα σφάλματά τους. Αντί να σκεφτόμαστε τον κοινωνικό αγώνα με όρους «δικαιοσύνης», θα πρέπει μάλλον να δώσουμε έμφαση στη δικαιοσύνη με όρους κοινωνικού αγώνα.
ΤΣΟΜΣΚΙ: Θα ήθελα να επαναδιατυπώσω κάπως αυτό που είπατε. Μου φαίνεται ότι η διαφορά δεν είναι μεταξύ νομιμότητας και ιδανικής δικαιοσύνης. Είναι μάλλον μεταξύ νομιμότητας και καλύτερης δικαιοσύνης. Συμφωνώ ότι δεν είμαστε βέβαια σε θέση να δημιουργήσουμε ένα σύστημα ιδανικής δικαιοσύνης, όπως δεν είμαστε σε θέση να δημιουργήσουμε και μια ιδανική κοινωνία μέσα στο μυαλό μας. Δεν ξέρουμε πολλά και είμαστε πολύ περιορισμένοι και πολύ προκατειλημμένοι, κι ένα σωρό άλλα πράγματα. Αλλά είμαστε σε θέση – και πρέπει να ενεργήσουμε ως ευαίσθητα και υπεύθυνα ανθρώπινα όντα σ’ αυτή τη θέση – να φανταστούμε και να κινηθούμε προς τη δημιουργία μιας καλύτερης κοινωνίας και επίσης ενός καλύτερου συστήματος δικαιοσύνης. Τώρα, αυτό το καλύτερο σύστημα δικαιοσύνης θα έχει σίγουρα τις ατέλειές του. Αν όμως κανείς συγκρίνει το καλύτερο σύστημα με το υπάρχον σύστημα, χωρίς να μπερδεύεται και να σκέφτεται ότι το καλύτερο σύστημά μας είναι και το ιδανικό σύστημα, τότε μπορούμε να επιχειρηματολογήσουμε ως εξής: Η έννοια της νομιμότητας και η έννοια της δικαιοσύνης δεν είναι ταυτόσημες, δεν είναι ούτε εντελώς διακριτές. Στο μέτρο που η νομιμότητα ενσωματώνει τη δικαιοσύνη με την έννοια της καλύτερης δικαιοσύνης, αναφερόμενη σε μια καλύτερη κοινωνία, τότε θα πρέπει να υπακούμε στο νόμο και να τον ακολουθούμε, να αναγκάσουμε το κράτος να υπακούσει στο νόμο, και τις μεγάλες εταιρείες το ίδιο, και την αστυνομία το ίδιο, αν βέβαια έχουμε τη δύναμη να το κάνουμε. Φυσικά, σε κείνες τις περιοχές όπου το νομικό σύστημα αντιπροσωπεύει όχι την καλύτερη δικαιοσύνη αλλά μάλλον τις τεχνικές καταπίεσης που έχουν κωδικοποιηθεί σ’ ένα ιδιαίτερο αυταρχικό σύστημα, εκεί ένας λογικός άνθρωπος θα τις περιφρονήσει και θα εναντιωθεί σ’ αυτές, τουλάχιστον θεωρητικά, αφού μπορεί ίσως, για κάποιους λόγους, να μην το κάνει στην πράξη.
...................................................................................................................................................
ΦΟΥΚΩ: Αν έπρεπε να πω από ποιά αρρώστια έχει προσβληθεί περισσότερο η σύγχρονη κοινωνία μας; Ο ορισμός της αρρώστιας και του τρελού και η ταξινόμηση του τρελού έγινε με τέτοιον τρόπο ώστε να αποκλείεται από την κοινωνία μας ένας ορισμένος αριθμός ανθρώπων. Αν η κοινωνία μας χαρακτήριζε τον εαυτό της τρελό, τότε θα απέκλειε τον εαυτό της. Προφασίζεται ότι το κάνει για λόγους εσωτερικής μεταρρύθμισης. Κανένας δεν είναι πιο συντηρητικός από κείνους τους ανθρώπους που λένε ότι ο σύγχρονος κόσμος έχει προσβληθεί από νευρικό άγχος ή σχιζοφρένεια. Στην πραγματικότητα είναι ένας δόλιος τρόπος για να αποκλείσεις ορισμένους ανθρώπους ή ορισμένους τύπους συμπεριφοράς. Γι’ αυτό δεν νομίζω ότι μπορεί κανείς να πει έγκυρα, παρά μόνο μεταφορικά ή εν είδη παιχνιδιού, ότι η κοινωνία μας είναι σχιζοφρενική ή παρανοϊκή, εκτός κι αν δίνει σ’ αυτές τις λέξεις ένα μη ψυχιατρικό νόημα. Αλλά, αν με εξωθούσατε στα άκρα, θα έλεγα ότι η κοινωνία μας έχει προσβληθεί από μια ασθένεια, μια πολύ περίεργη, πολύ παράδοξη ασθένεια, που δεν της έχουμε δώσει ακόμη όνομα. Κι αυτή η ψυχική ασθένεια έχει ένα πολύ περίεργο σύμπτωμα το οποίο είναι ότι το ίδιο το σύμπτωμα γέννησε την ψυχική ασθένεια. Σας την είπα λοιπόν.
....................................................................................................................................................
ΤΣΟΜΣΚΙ: Ναι, εγώ όμως υποστηρίζω το εξής: αν είχαμε να επιλέξουμε ανάμεσα σε δύο πράγματα, να εμπιστευτούμε τη συγκεντρωμένη εξουσία όσον αφορά τη λήψη της σωστής απόφασης σ’ αυτό το θέμα, ή να εμπιστευτούμε τις ελεύθερες συνενώσεις των ελευθεριακών κοινοτήτων όσον αφορά το ίδιο θέμα, τότε θα επέλεγα το δεύτερο. Και ο λόγος είναι ότι πιστεύω πως αυτές μπορούν να μεγιστοποιήσουν τα ευπρεπή ανθρώπινα ένστικτα, ενώ το σύστημα της συγκεντρωμένης εξουσίας γενικά τείνει να μεγιστοποιεί το χειρότερο απ’ όλα τα ανθρώπινα ένστικτα, δηλαδή το ένστικτο της αρπακτικότητας, της καταστροφικότητας, της συσσώρευσης εξουσίας στον ένα και της καταστροφής των άλλων. Είναι ένα είδος ενστίκτου που εμφανίζεται και λειτουργεί σε ορισμένες ιστορικές συνθήκες, και νομίζω ότι θέλουμε να δημιουργήσουμε το είδος της κοινωνίας όπου αυτό μπορεί να κατασταλεί και να αντικατασταθεί από άλλα πιο υγιή ένστικτα.
Permalink για το "Η αποχή των εκλογών, ο Φουκώ και ο Τσόμσκι"
Μπορείς σήμερα να στέκεσαι εδώ κι αύριο να βρεθείς παρακάτω? Πολλοί το μέμφονται ως
αστάθεια. Προσωπικά, κάπως έτσι εννοώ την έννοια της εξέλιξης. Μόνο που έχει κόστος να
αποδέχεσαι τις λάθος εκτιμήσεις σου. Με κίνδυνο κάποτε να φανείς και ανόητος. Ο λόγος για την περιβόητη αποχή από τις πρόσφατες εκλογές και την σημειολογία της. Σκέφτομαι πως θέλει ανοιχτό ορίζοντα για να δέχεσαι τα συμβαίνοντα και να επαναπροσδιορίζεις σκέψεις.
Είπες· «Θα πάγω σ' άλλη γή, θα πάγω σ' άλλη θάλασσα,
Μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλλίτερη από αυτή.
Κάθε προσπάθεια μου μια καταδίκη είναι γραφτή·
κ' είν' η καρδιά μου -- σαν νεκρός -- θαμένη.
Μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλλίτερη από αυτή.
Κάθε προσπάθεια μου μια καταδίκη είναι γραφτή·
κ' είν' η καρδιά μου -- σαν νεκρός -- θαμένη.
Πριν τις εκλογές επέμενα -μονότονα ίσως- ότι η συμμετοχή είναι δείγμα ωριμότητας. Κι αυτό γιατί οι δημοτικές εκλογές αφορούν την γειτονιά μας και τον μικρόκοσμό μας. Αφορούν την πόλη που ζούμε κι απλώνουμε την καθημερινότητά μας. Κι όλα αυτά όχι στο πρίσμα του "εγώ" αλλά του "εμείς". Του πως συμβιώνουμε και συναποδεχόμαστε τις επιλογές που μας δόθηκαν. Του πως επικοινωνούμε μεταξύ μας και μοιραζόμαστε τα όσα (λίγα και λειψά ίσως) απαρτίζουν την περιώνυμη ποιότητα της ζωής μας. Όχι στις "παροχές" αλλά στις "αποδοχές" μας.
Στον χώρο που αφήνουμε για συνύπαρξη με τους άλλους.
Ο νους μου ως πότε μες στον μαρασμό αυτόν θα μένει.
Οπου το μάτι μου γυρίσω, όπου κι αν δω
ερείπια μαύρα της ζωής μου βλέπω εδώ,
που τόσα χρόνια πέρασα και ρήμαξα και χάλασα».
Τελευταία επιμένουμε να συγχέουμε τις ψήφους με το οικονομικό αλισβερίσι (τι μου δίνεις? τι μου προσφέρεις? τι μου υπόσχεσαι?) μετατρέποντας τους υποψηφίους μας σε "ψεύτες ψαράδες" που συναγωνίζονται -εφάμιλλα με το σχετικό ανέκδοτο- στο ποιός αλίευσε το μεγαλύτερο ψάρι στην σφαίρα του ... ανέφικτου.Οπου το μάτι μου γυρίσω, όπου κι αν δω
ερείπια μαύρα της ζωής μου βλέπω εδώ,
που τόσα χρόνια πέρασα και ρήμαξα και χάλασα».
Κάπως έτσι έφτασαν γραφικά σχεδόν -δουλωμένοι στις επιθυμίες μας, "φύλακες και φυλακισμένοι τα ίδια κάγκελα κοιτούν, αλλά από άλλη γωνία"- να μας τάζουν
όσα αδυνατούν να πραγματοποιήσουν.
Κοροϊδεύοντας ταυτόχρονα και τα δικά τους αδιέξοδα και τα δικά μας. Πόλεις πανέμορφες και πεντακάθαρες ανέτειλαν στα προγράμματά τους, ανθρώπινες, φιλικές και ... ουτοπικές. Γιατί πως να χωρέσεις το "ποθούμενο" στο εφικτό? Δύσκολο ως αδύνατον.
Καινούριους τόπους δεν θα βρεις, δεν θάβρεις άλλες θάλασσες.
Η πόλις θα σε ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς
τους ίδιους. Και στες γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς·
και μες στα ίδια σπίτια αυτά θ' ασπρίζεις.
Η πόλις θα σε ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς
τους ίδιους. Και στες γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς·
και μες στα ίδια σπίτια αυτά θ' ασπρίζεις.
Τους αθωώνω? Όχι. Συλλογικά τους αθωώσαμε πλανεμένοι από το κάλλος του ίδιου ονείρου και υποψιασμένοι πια ότι πρόκειται απλά για .. όνειρο. Και κάπου εκεί υποκύπτει καθείς "στο δικό του παραμύθι" που λέει κι ο στίχος.Το δικό μου ήταν η "συμμετοχή". Επέμενα πως αν το σύστημα της δημοκρατίας μας προσφέρει μία ευκαιρία να εκφέρουμε άποψη δεν σκόπευα να την χαρίσω σε κανέναν. Και καθώς το σύστημα το πολεμάς είτε γυρνώντας του την πλάτη σου, είτε καθήμενος σαν ενοχλητική αλογόμυγα στη δική του πλάτη, προσωπικά (και εξ ονόματος ίσως) προτιμούσα το δεύτερο. Εξακολουθώ να το προτιμώ και σήμερα, μόνο που αρχίζω να δέχομαι πια και την εκ διαμέτρου αντίθετη επιλογή της πλήρους αποστασιοποιήσης.
Ως παιδί της εποχής του "ήμουν κι εγώ εκεί" δυσκολεύομαι ίσως να αντιληφθώ την έννοια του "θα κάτσω σπίτι". Ο ένας στους δύο περίπου σ' αυτές τις εκλογές έκατσε σπίτι. Μπορεί από βαριεστιμάρα, μπορεί από αηδία, μπορεί από κούραση, μπορεί όμως κι από συνειδητή επιλογή.
Προσπαθώ φιλότιμα -όσο ξεμακραίνουμε από το αποτέλεσμα- να τον καταλάβω.
Πάντα στην πόλι αυτή θα φθάνεις. Για τα αλλού -- μη ελπίζεις --
δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό.
Έτσι που τη ζωή σου ρήμαξες εδώ
στην κώχη τούτη την μικρή, σ' όλην την γή την χάλασες.
Σε μία συζήτηση που οργάνωσε το Ολλανδικό Ραδιοτηλεοπτικό Ίδρυμα στα πλαίσια του International Philosopher’s Project το 1971, συνομίλησαν ο Νόαμ Τσόμσκι και ο Μισέλ Φουκώ για την ανθρώπινη φύση. Κάπου εκεί λοιπόν υπάρχει μία ενδιαφέρουσα προσέγγιση για τον τύπο των κοινωνιών που δημιούργησαν οι δημοκρατίες μας. δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό.
Έτσι που τη ζωή σου ρήμαξες εδώ
στην κώχη τούτη την μικρή, σ' όλην την γή την χάλασες.
Και ο Φουκώ λέει:
Όχι, δεν έχω την παραμικρή πεποίθηση ότι μπορούμε να θεωρήσουμε την κοινωνία μας δημοκρατική. {Γελάει}.
Αν με τη λέξη «δημοκρατία» εννοούμε την πραγματική άσκηση της εξουσίας από έναν πληθυσμό που δεν είναι ούτε διαιρεμένος ούτε διατεταγμένος ιεραρχικά σε τάξεις, τότε είναι φανερό ότι απέχουμε πολύ από τη δημοκρατία. Είναι ολοφάνερο όμως ότι ζούμε κάτω από ένα καθεστώς δικτατορίας της τάξης, εξουσίας της τάξης, που επιβάλλεται με τη βία, ακόμη κι όταν τα όργανα αυτής της βίας είναι θεσμικά και συνταγματικά, και στο βαθμό αυτόν δεν τίθεται ζήτημα δημοκρατίας για μας. Όταν με ρωτήσατε γιατί ενδιαφέρομαι για την πολιτική, αρνήθηκα να απαντήσω γιατί το θεώρησα προφανές. Ίσως όμως η ερώτησή σας να ήταν: με ποιον τρόπο ενδιαφέρομαι γι’ αυτή; Κι αν μου κάνατε αυτή την ερώτηση, και κατά μια έννοια θα έλεγα ότι την κάνατε, θα σας έλεγα ότι έχω προχωρήσει λιγότερο, ότι δεν πάω τόσο μακριά όσο ο κ. Τσόμσκι. Με άλλα λόγια παραδέχομαι ότι δεν είμαι σε θέση να ορίσω, ούτε να προτείνω για λόγους ακόμη πιο σοβαρούς, ένα ιδανικό κοινωνικό μοντέλο για τη λειτουργία της επιστημονικής ή τεχνολογικής μας κοινωνίας. Από την άλλη μεριά, ένα από τα καθήκοντα που μου φαίνεται περισσότερο από οτιδήποτε άλλο άμεσο και επιτακτικό είναι το εξής: θα πρέπει να δείξουμε και να ξεσκεπάσουμε, ακόμη κι αν είναι κρυμμένες, όλες τις σχέσεις της πολιτικής εξουσίας οι οποίες ελέγχουν στην πραγματικότητα το κοινωνικό σώμα και το καταπιέζουν ή το καταστέλλουν. Μ’ αυτό θέλω να πω το εξής: συνηθίζεται να πιστεύεται, τουλάχιστον στην ευρωπαϊκή κοινωνία, ότι η εξουσία βρίσκεται στα χέρια της κυβέρνησης και ασκείται μέσω ενός αριθμού ιδιαίτερων θεσμών, όπως η διοίκηση, η αστυνομία, ο στρατός και ο κρατικός μηχανισμός. Ξέρουμε ότι όλοι αυτοί οι θεσμοί έγιναν για να επεξεργάζονται και να μεταβιβάζουν έναν ορισμένο αριθμό αποφάσεων, στο όνομα του έθνους ή του κράτους, ώστε να εφαρμόζονται και να τιμωρούν όσους δεν υπακούουν. Πιστεύω όμως ότι η πολιτική εξουσία ασκείται επίσης με τη μεσολάβηση ενός ορισμένου αριθμού θεσμών που μοιάζει να μην έχουν τίποτε κοινό με την πολιτική εξουσία και να ‘ναι ανεξάρτητοι από αυτήν ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι. Αυτό είναι γνωστό σε σχέση με την οικογένεια, γνωρίζουμε επίσης ότι το πανεπιστήμιο και γενικά όλα τα συστήματα διδασκαλίας, τα οποία φαίνονται απλώς να διασπείρουν τη γνώση, έγιναν με σκοπό να διατηρήσουν στην εξουσία μια ορισμένη κοινωνική τάξη και να αποκλείσουν τα όργανα της εξουσίας από μια άλλη κοινωνική τάξη. Θεσμοί γνώσης, πρόνοιας και μέριμνας, όπως η ιατρική, επίσης βοηθούν στη στήριξη της πολιτικής εξουσίας. Σε ορισμένες περιπτώσεις αυτό είναι φανερό, μέχρι και σκανδαλώδες, όσον αφορά την ψυχιατρική.
Νομίζω ότι το αληθινό πολιτικό καθήκον σε μια κοινωνία σαν τη δική μας είναι να ασκήσουμε κριτική στη λειτουργία των θεσμών, που μοιάζουν να είναι ουδέτεροι και ανεξάρτητοι, να τους ασκήσουμε κριτική και να τους προσβάλουμε με τέτοιον τρόπο ώστε η πολιτική βία, η οποία πάντοτε ασκούνταν συγκαλυμμένα μέσω αυτών, να αποκαλυφθεί, για να μπορέσουμε στη συνέχεια να την πολεμήσουμε. Αυτή η κριτική και αυτή η μάχη μου φαίνονται ουσιαστικές για διάφορους λόγους: πρώτον, επειδή η πολιτική εξουσία πηγαίνει πολύ πιο βαθιά απ’ όσο υποψιαζόμαστε. Υπάρχουν κέντρα και αόρατα, ελάχιστα γνωστά σημεία υποστήριξης, η αληθινή της αντίσταση και στερεότητα ίσως να βρίσκονται εκεί που δεν το περιμένουμε. Πιθανώς δεν αρκεί να λέμε ότι πίσω από τις κυβερνήσεις, πίσω από τον κρατικό μηχανισμό, υπάρχει η κυρίαρχη τάξη. Πρέπει να εντοπίσουμε το σημείο δράσης, τις θέσεις και τις μορφές με τις οποίες ασκείται η κυριαρχία της. Και επειδή η κυριαρχία αυτή δεν είναι απλά η έκφραση με πολιτικούς όρους της οικονομικής εκμετάλλευσης, αλλά το όργανό της και, κατ’ επέκταση, η συνθήκη που την καθιστά δυνατή, η κατάργηση της μιας πετυχαίνεται μέσω της πλήρους σύλληψης της άλλης. Αν λοιπόν δεν καταφέρουμε να αναγνωρίσουμε αυτά τα σημεία στήριξης της ταξικής εξουσίας, κινδυνεύουμε να τα αφήσουμε να συνεχίσουν να υπάρχουν, και να δούμε αυτή την ταξική εξουσία να ανασυγκροτείται ακόμα και ύστερα από μια εμφανώς επαναστατική πορεία.
Ο Τσόμσκι εγκρίνει και επαυξάνει:
Θα συμφωνήσω με αυτά, όχι μόνο στη θεωρία αλλά και στην πράξη. Υπάρχουν, δηλαδή, δύο διανοητικά καθήκοντα: το πρώτο, το οποίο πραγματεύτηκα, είναι να προσπαθήσουμε να δημιουργήσουμε το όραμα μιας μελλοντικής δίκαιης κοινωνίας, δηλαδή να δημιουργήσουμε, αν θέλετε, μια ουμανιστική κοινωνική θεωρία η οποία θα βασίζεται, αν είναι δυνατόν, σε κάποια σταθερή και ανθρώπινη έννοια της ανθρώπινης ουσίας ή της ανθρώπινης φύσης. Το ένα καθήκον είναι αυτό. Το άλλο καθήκον είναι να κατανοήσουμε πολύ καλά τη φύση της εξουσίας, της καταπίεσης και της τρομοκρατίας στην κοινωνία μας. Και αυτό σίγουρα περιλαμβάνει τους θεσμούς που μνημονεύσατε, όπως και τους κεντρικούς θεσμούς κάθε βιομηχανικής κοινωνίας, δηλαδή τους οικονομικούς, εμπορικούς και χρηματιστικούς θεσμούς και ιδίως, στην περίοδο που έρχεται, τις μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες, που δεν βρίσκονται και πολύ μακριά μας απόψε {π.χ. η Φίλιπς στο Αϊντχόβεν}.
Αυτοί είναι οι βασικοί θεσμοί καταπίεσης, καταναγκασμού και αυταρχικού κανονισμού, οι οποίοι θέλουν να φαίνονται ουδέτεροι σε πείσμα όλων όσων λένε: λοιπόν, είμαστε υποταγμένοι στη δημοκρατία της αγοράς, και αυτό πρέπει να κατανοηθεί με όρους ακριβώς της αυταρχικής τους εξουσίας, συμπεριλαμβανομένης και της ιδιαίτερης μορφής του αυταρχικού ελέγχου, που προέρχεται από την κυριαρχία των δυνάμεων της αγοράς σε μια κοινωνία ανισότητας. Σίγουρα πρέπει να κατανοήσουμε αυτά τα γεγονότα, κι όχι μόνο να τα κατανοήσουμε αλλά και να τα πολεμήσουμε. Και πραγματικά, η ανάμειξη κάποιου στην πολιτική, στην οποία ξοδεύει το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειας και της προσπάθειάς του, μου φαίνεται ότι πρέπει να τοποθετείται αναμφισβήτητα σ’ αυτή την περιοχή. Δεν θέλω να μιλήσω προσωπικά αλλά η δική μου ανάμειξη τοποθετείται σίγουρα σ’ αυτή την περιοχή, και υποθέτω και των άλλων.
Ακόμη, θα ήταν κρίμα να παραμερίζουμε εντελώς το κάπως πιο αφηρημένο και φιλοσοφικό καθήκον που έγκειται στο να προσπαθήσουμε να αποκαταστήσουμε τις συνδέσεις ανάμεσα σε μια έννοια της ανθρώπινης φύσης που αφήνει ανοικτό πεδίο δράσης στην ελευθερία και στην αξιοπρέπεια και στη δημιουργικότητα και σε άλλα θεμελιώδη ανθρώπινα χαρακτηριστικά, και να τη συνδέσουμε με κάποια γενική ιδέα κοινωνικής δομής όπου θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν αυτές οι ιδιότητες και να υπάρξει μια γεμάτη νόημα ανθρώπινη ζωή. Και πραγματικά, αν σκεφτόμαστε τον κοινωνικό μετασχηματισμό ή την κοινωνική επανάσταση, αν και θα ‘ταν παράλογο φυσικά να προσπαθήσουμε να σκιαγραφήσουμε λεπτομερειακά το στόχο που ελπίζουμε να πετύχουμε, και πάλι θα πρέπει να ξέρουμε κάτι για το πού νομίζουμε ότι βαδίζουμε, και μια τέτοια θεωρία ίσως να μας το πει.
................................................................................................................................................
Θα είμαι περισσότερο προσεκτικός όσον αφορά αυτό το θέμα γιατί, σύμφωνα με μια πολύ ενδιαφέρουσα άποψη του κ. Φουκώ, στην οποία θα ήθελα να επιστρέψω, δεν αφήνουμε αναγκαστικά το κράτος να ορίσει τι είναι νόμιμο. Τώρα, το κράτος έχει την εξουσία να ενισχύει μια ορισμένη αντίληψη του τι είναι νόμιμο, αλλά η εξουσία δεν συνεπάγεται τη δικαιοσύνη ή και την ορθότητα. Έτσι το κράτος μπορεί να ορίζει κάτι ως πολιτική ανυπακοή και να ‘χει άδικο σ’ αυτό. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, το κράτος ορίζει ως πολιτική ανυπακοή το να εκτροχιάσεις, ας πούμε, ένα τρένο με πολεμοφόδια που πάει στο Βιετνάμ, και το κράτος έχει άδικο που ορίζει αυτό ως πολιτική ανυπακοή, γιατί είναι νόμιμο και σωστό και πρέπει να γίνεται. Είναι σωστό να κάνεις ενέργειες που αποτρέπουν τις εγκληματικές πράξεις του κράτους, όπως είναι σωστό να παραβιάσεις τον κώδικα της οδικής κυκλοφορίας για να αποτρέψεις ένα φόνο.
..................................................................................................................................................
Λοιπόν, το διεθνές δίκαιο είναι από πολλές απόψεις το όργανο του ισχυρού: είναι δημιούργημα των κρατών και των αντιπροσώπων τους. Όταν ανέπτυσσαν το υπάρχον σώμα του διεθνούς δικαίου, δεν υπήρχε συμμετοχή των μαζικών κινημάτων των αγροτών.
Η δομή του διεθνούς δικαίου αντανακλά αυτό το γεγονός: δηλαδή, το διεθνές δίκαιο επιτρέπει μια ευρείας κλίμακας δυναμική παρέμβαση με στόχο την υποστήριξη των υπαρχουσών δομών εξουσίας, που ορίζουν τους εαυτούς τους ως κράτη, εναντίον των συμφερόντων των λαϊκών μαζών που οργανώνονται σε αντίθεση προς τα κράτη. Τώρα, αυτό είναι ένα βασικό μειονέκτημα του διεθνούς δικαίου, και νομίζω ότι είναι κανείς δικαιωμένος όταν εναντιώνεται σ’ αυτή την όψη του διεθνούς δικαίου θεωρώντας ότι δεν έχει ισχύ, ότι δεν έχει περισσότερη ισχύ απ’ ότι το θεϊκό δίκαιο των βασιλιάδων. Είναι απλά ένα όργανο για να κρατήσουν οι δυνατοί την εξουσία τους.
ΦΟΥΚΩ: Αλλά, αν η δικαιοσύνη διακυβεύεται σε μια πάλη, τότε είναι ένα όργανο εξουσίας, δεν ελπίζουμε ότι τελικά μια μέρα, σ’ αυτήν ή σε μια άλλη κοινωνία, οι άνθρωποι θα ανταμείβονται ανάλογα με την αξία τους και θα τιμωρούνται ανάλογα με τα σφάλματά τους. Αντί να σκεφτόμαστε τον κοινωνικό αγώνα με όρους «δικαιοσύνης», θα πρέπει μάλλον να δώσουμε έμφαση στη δικαιοσύνη με όρους κοινωνικού αγώνα.
ΤΣΟΜΣΚΙ: Θα ήθελα να επαναδιατυπώσω κάπως αυτό που είπατε. Μου φαίνεται ότι η διαφορά δεν είναι μεταξύ νομιμότητας και ιδανικής δικαιοσύνης. Είναι μάλλον μεταξύ νομιμότητας και καλύτερης δικαιοσύνης. Συμφωνώ ότι δεν είμαστε βέβαια σε θέση να δημιουργήσουμε ένα σύστημα ιδανικής δικαιοσύνης, όπως δεν είμαστε σε θέση να δημιουργήσουμε και μια ιδανική κοινωνία μέσα στο μυαλό μας. Δεν ξέρουμε πολλά και είμαστε πολύ περιορισμένοι και πολύ προκατειλημμένοι, κι ένα σωρό άλλα πράγματα. Αλλά είμαστε σε θέση – και πρέπει να ενεργήσουμε ως ευαίσθητα και υπεύθυνα ανθρώπινα όντα σ’ αυτή τη θέση – να φανταστούμε και να κινηθούμε προς τη δημιουργία μιας καλύτερης κοινωνίας και επίσης ενός καλύτερου συστήματος δικαιοσύνης. Τώρα, αυτό το καλύτερο σύστημα δικαιοσύνης θα έχει σίγουρα τις ατέλειές του. Αν όμως κανείς συγκρίνει το καλύτερο σύστημα με το υπάρχον σύστημα, χωρίς να μπερδεύεται και να σκέφτεται ότι το καλύτερο σύστημά μας είναι και το ιδανικό σύστημα, τότε μπορούμε να επιχειρηματολογήσουμε ως εξής: Η έννοια της νομιμότητας και η έννοια της δικαιοσύνης δεν είναι ταυτόσημες, δεν είναι ούτε εντελώς διακριτές. Στο μέτρο που η νομιμότητα ενσωματώνει τη δικαιοσύνη με την έννοια της καλύτερης δικαιοσύνης, αναφερόμενη σε μια καλύτερη κοινωνία, τότε θα πρέπει να υπακούμε στο νόμο και να τον ακολουθούμε, να αναγκάσουμε το κράτος να υπακούσει στο νόμο, και τις μεγάλες εταιρείες το ίδιο, και την αστυνομία το ίδιο, αν βέβαια έχουμε τη δύναμη να το κάνουμε. Φυσικά, σε κείνες τις περιοχές όπου το νομικό σύστημα αντιπροσωπεύει όχι την καλύτερη δικαιοσύνη αλλά μάλλον τις τεχνικές καταπίεσης που έχουν κωδικοποιηθεί σ’ ένα ιδιαίτερο αυταρχικό σύστημα, εκεί ένας λογικός άνθρωπος θα τις περιφρονήσει και θα εναντιωθεί σ’ αυτές, τουλάχιστον θεωρητικά, αφού μπορεί ίσως, για κάποιους λόγους, να μην το κάνει στην πράξη.
...................................................................................................................................................
ΦΟΥΚΩ: Αν έπρεπε να πω από ποιά αρρώστια έχει προσβληθεί περισσότερο η σύγχρονη κοινωνία μας; Ο ορισμός της αρρώστιας και του τρελού και η ταξινόμηση του τρελού έγινε με τέτοιον τρόπο ώστε να αποκλείεται από την κοινωνία μας ένας ορισμένος αριθμός ανθρώπων. Αν η κοινωνία μας χαρακτήριζε τον εαυτό της τρελό, τότε θα απέκλειε τον εαυτό της. Προφασίζεται ότι το κάνει για λόγους εσωτερικής μεταρρύθμισης. Κανένας δεν είναι πιο συντηρητικός από κείνους τους ανθρώπους που λένε ότι ο σύγχρονος κόσμος έχει προσβληθεί από νευρικό άγχος ή σχιζοφρένεια. Στην πραγματικότητα είναι ένας δόλιος τρόπος για να αποκλείσεις ορισμένους ανθρώπους ή ορισμένους τύπους συμπεριφοράς. Γι’ αυτό δεν νομίζω ότι μπορεί κανείς να πει έγκυρα, παρά μόνο μεταφορικά ή εν είδη παιχνιδιού, ότι η κοινωνία μας είναι σχιζοφρενική ή παρανοϊκή, εκτός κι αν δίνει σ’ αυτές τις λέξεις ένα μη ψυχιατρικό νόημα. Αλλά, αν με εξωθούσατε στα άκρα, θα έλεγα ότι η κοινωνία μας έχει προσβληθεί από μια ασθένεια, μια πολύ περίεργη, πολύ παράδοξη ασθένεια, που δεν της έχουμε δώσει ακόμη όνομα. Κι αυτή η ψυχική ασθένεια έχει ένα πολύ περίεργο σύμπτωμα το οποίο είναι ότι το ίδιο το σύμπτωμα γέννησε την ψυχική ασθένεια. Σας την είπα λοιπόν.
....................................................................................................................................................
ΤΣΟΜΣΚΙ: Ναι, εγώ όμως υποστηρίζω το εξής: αν είχαμε να επιλέξουμε ανάμεσα σε δύο πράγματα, να εμπιστευτούμε τη συγκεντρωμένη εξουσία όσον αφορά τη λήψη της σωστής απόφασης σ’ αυτό το θέμα, ή να εμπιστευτούμε τις ελεύθερες συνενώσεις των ελευθεριακών κοινοτήτων όσον αφορά το ίδιο θέμα, τότε θα επέλεγα το δεύτερο. Και ο λόγος είναι ότι πιστεύω πως αυτές μπορούν να μεγιστοποιήσουν τα ευπρεπή ανθρώπινα ένστικτα, ενώ το σύστημα της συγκεντρωμένης εξουσίας γενικά τείνει να μεγιστοποιεί το χειρότερο απ’ όλα τα ανθρώπινα ένστικτα, δηλαδή το ένστικτο της αρπακτικότητας, της καταστροφικότητας, της συσσώρευσης εξουσίας στον ένα και της καταστροφής των άλλων. Είναι ένα είδος ενστίκτου που εμφανίζεται και λειτουργεί σε ορισμένες ιστορικές συνθήκες, και νομίζω ότι θέλουμε να δημιουργήσουμε το είδος της κοινωνίας όπου αυτό μπορεί να κατασταλεί και να αντικατασταθεί από άλλα πιο υγιή ένστικτα.
Ετικέτες Θεωρήσεις
Permalink για το "Η αποχή των εκλογών, ο Φουκώ και ο Τσόμσκι"
2 Comments:
Είχα χρόνια να τη θυμηθώ αυτή την πράγματι ενδιαφέρουσα συζήτηση-35 χρόνια πριν, ε..
Σημαντική η υπόμνηση-συνεισφορά σου.
Αλίμονο μας αν οι σκέψεις μας δεν εξελίσσονταν. Αν είμασταν σταθεροί στις απόψεις μας. Θα ζούσαμε ακόμη πάνω στα δέντρα!
Παρακολούθησες τις συζητήσεις που έγιναν εδώ γύρω αυτές τις μέρες, σχετικά με το θέμα της συνειδητής αποχής και τη θέση που αυτή σημαίνει.
Είδες και μόνη σου και την τεράστια σύγχιση που υπάρχει γύρω από όλο αυτό το θέμα. Που συχνά οδηγεί σε ακραίες, εσφαλμένες, αφελείς, ανόητες ή ακόμα και υβριστικές και απειλητικές θέσεις. Ολες, προϊόντα της άγνοιας και μόνο!
Λες: "...υποκύπτει καθείς "στο δικό του παραμύθι" που λέει κι ο στίχος.
Το δικό μου ήταν η "συμμετοχή". Επέμενα πως αν το σύστημα της δημοκρατίας μας προσφέρει μία ευκαιρία να εκφέρουμε άποψη δεν σκόπευα να την χαρίσω σε κανέναν. Και καθώς το σύστημα το πολεμάς είτε γυρνώντας του την πλάτη σου, είτε καθήμενος σαν ενοχλητική αλογόμυγα στη δική του πλάτη, προσωπικά (και εξ ονόματος ίσως) προτιμούσα το δεύτερο. Εξακολουθώ να το προτιμώ και σήμερα, μόνο που αρχίζω να δέχομαι πια και την εκ διαμέτρου αντίθετη επιλογή της πλήρους αποστασιοποιήσης."
Δεν είναι ένα μόνο παιχνίδι η ζωή κι έτσι δεν την παίρνεις μ'ένα μόνο τρόπο. Και επειδή όλες οι εκλογές δεν είναι ίδιες, υπάρχουν αυτές για τις οποίες διαλέγω αποχή, υπάρχουν κι αυτές που είμαι μέσα για μέσα! Οταν όμως είμαι στην αποχή, δεν είμαι καθόλου "θα κάτσω σπίτι". Εξω απ'το εκλογικό τμήμα είναι η θέση μου. Κι έχω δουλειά πολλή!
Και να λοιπόν που τώρα πια, έχουμε τρόπο να λέμε την άποψή μας πιο πολύ και πιο ελεύθερα, απ'ό,τι παλαιότερα. Και είναι αυτό, πολιτική δουλειά. Και είναι αυτό, αληθινή συμμετοχή του πολίτη στα κοινά. Και συ Oistrάκο μου, το κάνεις επάξια! Εύγε!
Δημοσίευση σχολίου
<< Home